Η δύναμη της πραγματικότητας

Στους γερμανικούς θριάμβους στα πρώτα ματς των ημιτελικών του Τσάμπιονς λιγκ εγώ είδα κυρίως την ήττα ενός ποδοσφαιρικού life style από το αληθινό ποδόσφαιρο: στα δικά μου τα μάτια, δυο ωραίες φετινές ιστορίες που λέγονται Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μαδρίτης, αναμετρήθηκαν με δυο τρομερές ποδοσφαιρικές ομάδες: αν το ζήτημα ήταν επικοινωνιακό και μετρούσε για το ποιος θα περάσει το ενδιαφέρον του κοινού, οι συμπάθειες, «ο τελικός που θα θέλαμε να δούμε» κτλ, οι δυο ισπανικές ομάδες θα έκαναν τους γερμανούς μια χαψιά.

► ΑΡΧΕΙΟ BLOGJOB

Όμως η λεπτομέρεια της ιστορίας είναι ότι φέτος πρέπει να παιχτεί ποδόσφαιρο και ποδόσφαιρο παίζουν φέτος οι Γερμανοί. Τρέχουν πιο πολλοί, είναι πιο διψασμένοι, έχουν ενέργεια και δύναμη και έχουν και πολλά να αποδείξουν: κυρίως έχουν ένα υπέροχο μεταξύ τους ανταγωνισμό που τους τραβάει ψηλά, πράγμα που δεν φαίνεται να έχουν οι δυο ισπανικές ομάδες που αναλώθηκαν φέτος σε ζητήματα που δεν έχουν και πολύ να κάνουν με τον αγωνιστικό χώρο και τους νόμους του.

Για το γερμανικό ποδοσφαιρικό θαύμα, τα τακτικά, διοικητικά, οικονομικά, μυστικά του θα σας γράψω σν καιρώ αφού θεωρώ δεδομένο πως οι δυο γερμανίδες πρωταγωνίστριες θα μας δώσουν κι άλλες ευκαιρίες για επισημάνσεις: αυτή τη φορά ιντριγκάρει περισσότερο το πάθημα των Ισπανών που πέτυχαν το ιστορικό κατόρθωμα να γυρίσουν φορτωμένοι με οκτώ γκολ από την εκστρατεία τους στην Γερμανία. Εκστρατεία παταγωδώς αποτυχημένη, αλλά όχι και ανεξήγητη.
Η Μπαρτσελόνα και η Ρεάλ Μαδρίτης είναι χειρότερες από πέρυσι και για αυτό δε νομίζω ότι αμφιβάλει κανείς. Και οι δυο, ίσως και εξαιτίας της κρίσης, δεν ασχολήθηκαν το καλοκαίρι καθόλου με τις αγωνιστικές αδυναμίες τους, κοιτώντας όπως συχνά συμβαίνει η μία την άλλη.

Η Μπαρτσελόνα πριν αρχίσει η σεζόν είχε τρία αγωνιστικά προβλήματα: της χρειάζονταν ένας τερματοφύλακας επιπέδου, ένα στόπερ ακόμα αφού οι τραυματισμοί του Πουγιόλ ήταν από πέρυσι ασταμάτητοι και σίγουρα ένας  κυνηγός που να μπορεί να λειτουργεί ως παίκτης περιοχής σε συνθήκες παιγνιδιού που το απαιτούσαν, όταν π.χ μια ομάδα κλείνονταν. Δεν πήρε κανένα και δεν κατάφερε να προσθέσει στους δουλεμένους από το χρόνο μηχανισμούς της, ούτε και τα τελευταία της ακριβά αποκτήματα: Αλέξι Σάντσες, Σόνγκ και Φάμπρεγκας παραμένουν γοητευτικά μυστήρια – ίσως γιατί δεν έχουν γράψει χρόνια πολλά στο κατηχητικό της Μασία. Σε αυτά τα προβλήματα προστέθηκαν κι άλλα.

<img alt="" src="/files/File/0000/kb.jpg" />

Η ιστορία του Τίτο Βιλανόβα π.χ μπορεί να είναι ένα γοητευτικό ποδοσφαιρικό ανάγνωσμα, αλλά είναι κόντρα στη λογική που λέει ότι μια ομάδα πρέπει να έχει ένα προπονητή που να επιμελείται κάποια βασικά όπως π.χ η φόρμα των παικτών, η φυσική τους κατάσταση κτλ. Οποιος κι αν καθίσει στον πάγκο της Μπάρτσα θα σεβαστεί το ιερό δόγμα του Κρόιφ (κατοχή, πρωτοβουλία, πρέσινγκ) όμως φέτος πρέπει, εξαιτίας των προβλημάτων υγείας του Βιλανόβα να τινάχτηκε στον αέρα η συνολική προετοιμασία της ομάδας: το κλατάρισμα που καταγράφεται στο τέλος της σεζόν μόνο έτσι εξηγείται. Η Μπάρτσα έζησε τη σεζόν της μασκαρεύοντας, πίσω από ωραίες ιστορίες που αφορούσαν πότε το Βιλανόβα και πότε το Μέσι, την πραγματικότητα της.

Ειδικά ο Μέσι έμοιαζε σαν πρωταγωνιστής σε σήριαλ: Ο Μέσι που καταρρίπτει το ρεκόρ του Γκερτ Μίλερ, ο Μέσι που κερδίζει τη Χρυσή Μπάλα, ο Μέσι που σκοράρει στο πρώτο λεπτό με τη Μίλαν, ο Μέσι που σαν τον Ελ Σιντ αποκλείει την Παρί: όλα αυτά είναι υπέροχα, όμως η Μπάρτσα και το παιγνίδι της έφθιναν κι αυτό το βλέπαμε. Η Μπάγερν ήρθε ως Νέμεσι: ο σεναριογράφος της μοίρας μπορεί να έχει φαντασία, αλλά η πραγματικότητα έχει τους νόμους της. Το έγραφα πριν το ματς με τη Μίλαν: η Μπάρτσα κάνοντας μια υπέρβαση μπορεί ν ανατρέψει το 0-2 του Σαν Σίρο, αλλά δεν υπάρχει υπέρβαση που να σου επιτρέπει να κερδίσεις το Τσάμπιονς λιγκ. Στα μάτια μου το πικ της χρονιάς της κόντρα στους Ιταλούς ήταν και το τέλος της.

<img alt="" src="/files/File/0000/kd.jpg" />

Ιδια ακριβώς υπήρξε φέτος και η σεζόν της Ρεάλ Μαδρίτης. Πιο πολύ και από παιγνίδια ποδοσφαίρου μπορεί κάποιος να θυμάται πρωτοσέλιδα της Marca! Κατάρρευση στην αρχή. Μουρίνιο στο σταυρό. Απειλές του Ρονάλντο ότι θα φύγει. Καυγάδες με τον Κασίγιας. Ο μικρός Βαράν (μπροστά στις γκέλες του οποίου κλείνουμε τα μάτια). Νίκες στο el classico (που όμως δεν σημαίνανε και πολλά). Ραντεβού με τους Καταλανούς στον τελικό του Τσάμπιονς λιγκ (ξεχνώντας του ημιτελικούς). Πορείες για να μείνει ο Μουρίνιο.

Όλα αυτά είναι καταπληκτικά να τα παρακολουθείς, αλλά δεν είναι ποδόσφαιρο. Όταν μιλάμε για ποδόσφαιρο η Ρεάλ φέτος έπαιξε σίγουρα χειρότερο από ό,τι πέρυσι. Τα ματς που συζητήθηκαν ήταν εκείνο με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (κυρίως για την αντίδραση του προπονητή, αλλά και την αυστηρή αποβολή του Νάνι), οι δυο νίκες με τη Μπάρτσα για το ξεχωριστό του πράγματος, αλλά όχι και για τους τρόπους επικράτησης που ήταν μάλλον μπανάλ και τέλος! Ακόμα και κόντρα στη Γαλατά, στο πιο παραγωγικό παιγνίδι της στο Τσάμπιονς λιγκ, η Ρεάλ έδειξε απλώς αποτελεσματικότητα: τέσσερις φάσεις, τρία γκολ. Συγνώμη, αλλά οι Γερμανοί τέτοια είχαν πάντα μεγαλύτερη.

Αν η Μπάρτσα κατέρρευσε από την κόπωση – ίσως και από τη συνολικά κακή της ταχυδυναμική προετοιμασία – η Ρεάλ πλήρωσε ακριβά το ότι δεν είδε τα ποδοσφαιρικά σημάδια: αν δέχεσαι τρία γκολ από τη Γαλατά σε μισή ώρα τότε στο Βεστφάλεν κινδυνεύεις να διασυρθείς. Κι αν η Ντόρτμουντ βάζει στη Μάλαγα δυο γκολ στις καθυστερήσεις πρέπει να έχεις το νου σου πιο πολύ γιατί αυτό σημαίνει πως σε εσένα σε ενενήντα λεπτά μπορεί να βάλει τέσσερα.

Η Μπαρτσελόνα κρύφτηκε πίσω από το Μέσι περιμένοντας κι άλλα θαύματα. Η Ρεάλ Μαδρίτης έβαλε μπροστά το Μουρίνιο, τον άνθρωπο που ξέρει τα μονοπάτια του Τσάμπιονς λιγκ και που θα βρει τον τρόπο. Όλα αυτά δεν είναι ποδόσφαιρο, είναι θέματα για αθλητικές εφημερίδες. Όταν κλείσανε τις εφημερίδες έπρεπε να παίξουν μπάλα και τη μπάλα δεν την είδανε.

Όχι τυχαία στη Γερμανία αθλητικές εφημερίδες δεν υπάρχουν…