Η λεπτή αόρατη κλωστή

Μπορεί να είναι τυχαίο, αλλά μπορεί και να μην είναι – στο μπάσκετ το ελληνικό τα τυχαία και τα ανεξήγητα είναι λίγα. Όπως και να έχει το πράγμα, βρήκα καταπληκτική τη σύμπτωση (;) να υπάρχει στη Θεσσαλονίκη μια γιορτή για το Νίκο Γκάλη, αυτή που του χρωστούσαμε από τη μέρα που κρέμασε τα παπούτσια του κάπως άδοξα, στην ίδια εβδομάδα που ολοκληρώνεται με το Final 4 της Ευρωλίγκα. Αυτή η σύζευξη διαφορετικών μπασκετικών γενεών και καταστάσεων κάνει αυτή τη μεταπασχαλινή εβδομάδα να μοιάζει ολόκληρη ως ένα είδος γιορτής ολόκληρου του ελληνικού μπάσκετ: είναι μια ωραία, εντυπωσιακή έκθεση επιτυχίας. Άλλωστε, αν ποτέ γυρίζονταν μια ταινία για το ελληνικό μπάσκετ, θα έπρεπε να έχει πολύ Γκάλη και φυσικά να κάνει πρεμιέρα στην εβδομάδα ενός ακόμα Final 4.

Δεν έχω να προσθέσω τίποτα περισσότερο για τον Γκάλη από τα πολλά που γράφτηκαν αυτές τις μέρες με την ευκαιρία της γιορτής του. Ο ερχομός στην Θεσσαλονίκη τόσων και τόσων τεράστιων κεφαλαίων του μπάσκετ δείχνει το τεράστιο μέγεθός του αλλά και το σημαντικό της αξίας του και το σπάνιο της αναγνώρισής του, όμως για αυτά δε νομίζω ότι υπήρχε ανάγκη περισσότερων αποδείξεων – τα ξέραμε.

Υποθέτω πως πολύς κόσμος, περισσότερο και από το Γκάλη θα γιορτάσει τις δικές του θύμισες, όλα εκείνα που περνούν φευγαλέα από το μυαλό και που ο γενναιόδωρος χρόνος τα έχει κάνει ακόμα περισσότερο εντυπωσιακά. Για μένα δεν είναι τόσο ο Γκάλης που γιορτάζει, όσο η ίδια η ψυχή του μπάσκετ, η ανθεκτικότητα και η καθιέρωσή του, η διαχρονική του δύναμη, οι αξίες του. Ο Γκάλης σκάλισε τη φλόγα κι έβαλε τη φωτιά, αλλά είναι εντυπωσιακό, όταν μιλάμε για την Ελλάδα τη βουτηγμένη σε εφήμερες μόδες και συχνά ακατανόητες υπερβολές, πως αυτή η φωτιά ακόμα καίει.

<img src="/files/Image/2013/may/08/galis1.jpg" alt="" />

Μπορεί σήμερα η προσμονή για το Final 4 του Λονδίνου, σε σύγκριση με εκείνα τα Final 4 του Γκάλη, να είναι μικρότερη, όμως η διάστασή της επιτυχίας και της επικαιρότητας του σπορ είναι πάντα η ίδια. Το ελληνικό μπάσκετ παραμένει μια σταθερή πηγή αισιοδοξίας, προσφέρει συγκινήσεις, έχει σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρωταγωνιστικούς πάντα ρόλους. Γιατί; Νομίζω γιατί η γιγάντωσή του ήρθε με τη γνώση του ίδιου του σπορ, με την κατανόηση της δυσκολίας του – σε αυτό ο Γκάλη παραμένει και θα παραμείνει για πάντα ένα είδος παιδαγωγού ηγέτη. Στην πραγματικότητα ο έλληνας μπασκετόφιλος δεν λάτρεψε νίκες και θαυμαστά κατορθώματα, αλλά έμαθε να ξεχωρίζει το σημαντικό: για μια χώρα που η ήττα είναι συνήθως συνώνυμο της ντροπής, αυτό παραμένει σπάνιο.

Αν το μπάσκετ είκοσι χρόνια μετά το αντίο του προφήτη του, ακόμα κρατάει τη δύναμη της φλόγας του είναι γιατί οι λέξεις που συνοδεύουν τις εμφανίσεις των ομάδων μας είναι πειστικές και έχουν αξία. Η δουλειά, η τακτική, η προσπάθεια, η νίκη, η ανατροπή, το θαύμα, το φαβορί, το αουτσάιντερ, το κατόρθωμα, το δίκαιο και το άδικο δεν είναι γενικόλογα σχόλια χωρίς αντίκρισμα – όπως καμιά φορά συμβαίνει στο ποδόσφαιρο π.χ που τα λάθη μας τα φορτώνουμε στην αδικία στερώντας από αυτή κάθε νόημα – αλλά είναι καταστάσεις συγκεκριμένες, απτές, γεμάτες ουσία. Το μπάσκετ μας έχει και δόξα και δράμα, και καρδιά και πόνο, και νικηφόρες σταυροφορίες και άδοξες βραδιές: μόνο που όλα αυτά εντάσσονται σε ένα πλαίσιο αλήθειας, χωρίς υπερβολές, χωρίς πληθωριστικές εξάρσεις. Ξέρουμε γιατί κερδίζουμε και γιατί χάνουμε, ξέρουμε ποιοι είμαστε και τι μπορούμε. Και όλα αυτά τα όρισε, κατά κάποιο τρόπο, η ίδια η καριέρα του Γκάλη, την οποία παρακολουθώντας την γίναμε σοφοί γιατί είδαμε σε αυτή σχεδόν τα πάντα.

Το ελληνικό μπάσκετ δε μεγάλωσε από τις νίκες του, μεγάλωσε κυρίως από τις ήττες του. Αυτές ήταν που μας έδωσαν συχνά να καταλάβουμε το μέτρο της δυσκολίας, την ανάγκη της υπέρβασης, την αξία της προσπάθειας. Ο Γκάλης δεν κέρδισε ποτέ του το Final 4 γιατί ο Αρης του ήταν σε μια δυο περιπτώσεις, όχι κατώτερος των προσδοκιών, αλλά ένα κάτι λίγο χειρότερος από τους ανταγωνιστές του. Κάθε του ήττα, όμως, ήταν ένα μικρό μεγάλο μάθημα που οι επόμενες γενιές αξιοποίησαν: όταν καταλάγιαζε ο πόνος έμενε γνώση – πολύ γνώση. Στην Ευρώπη στο μπάσκετ κανείς δεν μπορεί να μας μάθει τίποτα πλέον – οι ομάδες μας μπορεί να χάνουν, μπορεί χτυπημένες κι αυτές από την οικονομική κρίση να είναι σήμερα&#160; λιγότερο ανταγωνιστικές, αλλά η συνταγή υπάρχει. Και είναι βέβαιο ότι θα ξαναδημιουργήσει και πρωταθλητές Ευρώπης, και δυνατές ομάδες και βραδιές θριάμβων.

<img src="/files/Image/2013/may/08/galis2.jpg" alt="" />

Σκεφτόμουν τις μέρες του Γκάλη και τις σύγκρινα με την εφετινή πορεία του Ολυμπιακού προς το Λονδίνο. Μολονότι οι διαφορές είναι τεράστιες – όπως άλλωστε οι διαφορετικότητες των εποχών επιβάλλουν – ωστόσο υπάρχουν κάποιες παράξενες ομοιότητες, που δείχνουν ότι στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ όλα παραμένουν δεμένα με ένα αόρατο σχοινί. Υπάρχει πάντα η ίδια πίεση για επιτυχίες, η ίδια απαίτηση για το καλύτερο – πρώτα από όλα στο εσωτερικό των ομάδων. Υπάρχει πάντα η ίδια πίστη στο σκοπό και η ίδια προσπάθεια να καλυφθούν με γενναίες υπερβάσεις ατέλειες στο ρόστερ. Υπάρχει πάντα η απέχθεια στη δικαιολογία, αλλά εν τέλει και η αγάπη του κόσμου που συγχωρεί το στραβοπάτημα, όταν νοιώθει πως όλοι έδωσαν ότι μπορούν. Υπάρχει πάντα η ίδια χαρά που προξενείτε όταν κερδίζεις τον καλύτερο ή τον ακριβότερο, η ίδια άγια μουρμούρα για τα θέλω των προπονητών ή ίδια προσμονή για θαύματα – μολονότι το μπασκετόφιλο κοινό γνωρίζει πως τέτοια σπάνια γίνονται.

Ο Γκάλης θα μπορούσε να είναι στη θέση του Βασίλη Σπανούλη, ο Ιωαννίδης θα έφταιγε στις κακές βραδιές όσο ο Μπαρτζώκας, ο Πάουελ θα είναι ερωτηματικό όπως ο Γουίλτζερ και τα ψυχικά αποθέματα θα είναι το ζητούμενο για τον Παπανικολάου, τον Πρίντεζη, τον Σλούκα, τον Χάινζ, όπως ήταν και τότε η αόρατη πανοπλία του Γιαννάκη, του Φιλίππου, του εξολοθρευτή Λυπηρίδη του οποίου η πολυτιμότητα δεν μετριόταν με πόντους.

Φυσικά το σπορ άλλαξε, οι ομάδες, οι εποχές, οι αντίπαλοι δεν έχουν καμία σχέση, αλλά οι αξίες είναι κοινές και πάντα επίκαιρες: όπως και η φωνή του Φίλιππα Συρίγου, που στο ρόλο του Ομήρου κάθε μπασκετικού έπους έρχεται να επεξηγήσει το που όλα κρίνονται και να μας υπενθυμίσει πως απλά κεφάλαια είναι όλα σε μια ιστορία χωρίς τέλος.

Αυτή η μεταπασχαλιάτικη εβδομάδα του μπάσκετ δεν έχει πάθη και σταυρώματα και αναστάσεις. Αλλά χάρη στο Νικ και την επι δεκαετίες επικαιρότητα του είναι κι αυτή μια ωδή στο φως…